Μπενεντέτο

Μπενεντέτο
(Benedetto). Όνομα παπών της Ρώμης και αγίου της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Βλ. λ. Βενέδικτος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Αλφιέρι, Μπενεντέτο — (Benedetto Alfieri, Ρώμη 1700 – Τορίνο 1767). Ιταλός αρχιτέκτονας. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ρώμη μέχρι το 1722, όταν αποφάσισε να μετακομίσει στο Πεδεμόντιο, όπου αρχικά εργάστηκε στο Άστι και το 1730 εκπόνησε τα σχέδια του νομαρχιακού μεγάρου… …   Dictionary of Greek

  • Αντελάμι, Μπενεντέτο — (Benedetto Antelami, 1150; – 1225;). Ιταλός γλύπτης και αρχιτέκτονας. To επώνυμό του υποδηλώνει ότι ανήκε στην ομάδα των αντελαμών δασκάλων, που κατάγονταν από τη λίμνη του Κόμο και εργάστηκαν ως αρχιτέκτονες και διακοσμητές στη βόρεια Ιταλία… …   Dictionary of Greek

  • Καστιλιόνε, Τζοβάνι Μπενεντέτο — (Giovanni Benedetto Castiglione, Γένοβα 1610; – Μάντοβα 1665). Ιταλός ζωγράφος και χαράκτης, ο επιλεγόμενος Γκρεκέτο (Grechetto, που σημαίνει μικρός Γκρέκο). Διαμόρφωσε τις καλλιτεχνικές του αντιλήψεις στο εργαστήριο του Ντε Φεράρι, ενώ αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • Κρότσε, Μπενεντέτο — (Benedetto Croce, Πεσκασερόλι, Άκουιλα 1866 – Νάπολη 1952). Ιταλός φιλόσοφος, ιστορικός και κριτικός της λογοτεχνίας. Αφού έχασε τους γονείς του στον σεισμό της Καζαμιτσόλα (Ίσκια), έζησε στη Ρώμη κοντά στον θείο και κηδεμόνα του, Σίλβιο Σπαβέντα …   Dictionary of Greek

  • Μαρτσέλο, Μπενεντέτο — (Benedetto Marcello, Βενετία 1686 – Μπρέσια 1739). Ιταλός συνθέτης, ποιητής και συγγραφέας. Διδάχθηκε βιολί από τον πατέρα του, ο οποίος αργότερα τον ώθησε σε νομικές σπουδές. Παράλληλα συνέχιζε τη μουσική του εκπαίδευση δίπλα στον Φραντσέσκο… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Βερονέζε, Πάολο — (Paolo Veronese, Βερόνα 1528 – Βενετία 1588). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιταλού ζωγράφου Πάολο Καλιάρι (Paolo Caliari). Ο Β. πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής στη Βερόνα. Δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί αν o πρώτος του δάσκαλος ήταν ο πατέρας του,… …   Dictionary of Greek

  • Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από …   Dictionary of Greek

  • Kolymbia — Κολύμπια …   Deutsch Wikipedia

  • Οκτώβριος — Λέγεται και Οκτώβρης. Ο δέκατος μήνας του ημερολογίου, όγδοος του αρχαίου ρωμαϊκού, από το οποίο διατήρησε όμως την ονομασία του. Έχει 31 ημέρες. Κατά τον μήνα Οκτώβριο ο Ήλιος βρίσκεται στον αστερισμό του Ζυγού και κατά το τέλος του μήνα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”